Είτε μιλάμε για σχολική ετοιμότητα του παιδιού είτε για ύπαρξη μαθησιακών δυσκολιών κατά τη διάρκεια της φοίτησης, η έγκαιρη διάγνωση είναι αναγκαία. Όταν ο γονιός υποψιαστεί ότι το παιδί του δυσκολεύεται στον προφορικό ή γραπτό λόγο ή παρατηρήσει μορφές συμπεριφοράς που τον προβληματίζουν, πρέπει να απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό. Μια διεπιστημονική ομάδα αποτελούμενη συνήθως από το σχολικό ψυχολόγο, τον ειδικό παιδαγωγό, το λογοθεραπευτή και τον εργοθεραπευτή θα αξιολογήσουν το παιδί και θα καταρτίσουν εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης, προσαρμοσμένο στις ανάγκες του παιδιού. Εκτός από την κλινική παρατήρηση που δίνει πολύπλευρη εικόνα του δυναμικού του παιδιού, χορηγούνται και σταθμισμένα στη χώρα μας εργαλεία, όπως το Α’ τεστ που αξιολογεί τη σχολική ετοιμότητα και το Αθηνά τεστ που διαγιγνώσκει τις μαθησιακές δυσκολίες, ενώ πολύτιμες πληροφορίες δίνει και ο εκπαιδευτικός για την παρουσία του παιδιού στο σχολικό πλαίσιο. Ένα παιδί με αδιάγνωστες μαθησιακές δυσκολίες θα οδηγηθεί σίγουρα σε σχολική αποτυχία και θα εξελιχθεί σε έναν ενήλικα με μαθησιακές δυσκολίες σε πολλές εκφάνσεις της ζωής του. Η πρώιμη, λοιπόν, ανίχνευση, η έγκαιρη διάγνωση και οι αποτελεσματική αντιμετώπιση των όποιων δυσκολιών, από την προσχολική ακόμα ηλικία, θα απομακρύνουν το παιδί από δευτερογενή ψυχοσυναισθηματικά προβλήματα και θα το βοηθήσουν να αναπτύξει τεχνικές για να καλλιεργήσει τις δεξιότητές του και θα ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή του.